Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΤΟ ΠΑΡΟΝ στις 21/10/2018
Η αξιοποίηση της δημόσιας ακίνητης περιουσίας είναι κορυφαίας σημασίας και καταλύτης για την ανάπτυξη της πραγματικής ελληνικής οικονομίας. Παραμένει όμως ένα μεγάλο ζητούμενο. Άλλωστε η διαχρονική αδράνεια αποτελεί ένα κορυφαίο «σκάνδαλο» της περιόδου της 40ετούς μεταπολίτευσης με αποκορύφωμα την αναποτελεσματικότητα της περιόδου 2010-2018. Σήμερα, 70.000 δημόσια ακίνητα και υποδομές, δεκάδων εκατομμυρίων τετραγωνικών μέτρων, παραμένουν αναξιοποίητα, αχαρτογράφητα, κενά, καταπατημένα και απαξιωμενα, από τα οποία περίπου 12.000 είναι αστικά ακίνητα, με σημαντικό εισόδημα για το ελληνικό κράτος να έχει χαθεί διαχρονικά μέχρι σήμερα. Με κύριο παράδειγμα, την σημαντική καθυστέρηση στην αξιοποίηση του κορυφαίου, σε παγκόσμια κλίμακα, ακίνητου του Ελληνικού αλλά και την αδυναμία αξιοποίησης δεκάδων τουριστικών και ολυμπιακών ακίνητων υψηλών προδιαγραφών. Άλλωστε το πρόσφατο απαράδεκτο φαινόμενο με την μεταβίβαση στο Υπερταμείο μέχρι και αρχαιολογικών χώρων ή μνημείων, δείχνει την πλήρη αδυναμία και αδιαφορία για την διαχείριση της δημόσιας ακίνητης περιουσίας.
Σήμερα τα τρία κρίσιμα εμπόδια για την αποτελεσματική αξιοποίηση δημοσίων υποδομών και ακινήτων είναι:
α) η έλλειψη συγκροτημένου σχεδίου Masterplan
β) η ελλιπής λειτουργία του κράτους
γ) η έλλειψη ενός ρεαλιστικού μηχανισμού της Πολιτείας για την αποτελεσματική αξιοποίηση δημοσίων ακινήτων ή υποδομών.
Κρίσιμες ελλείψεις και προκλήσεις, οι οποίες πρέπει άμεσα να αντιμετωπιστούν ώστε να γίνει η πραγματικότητα μια πολιτική «Κανένα ακίνητο κενό», ειδικά σήμερα στην δύσκολη οικονομική και κοινωνική συγκυρία. Για αυτό η πρόκληση της ευρείας αξιοποίησης δημοσίων ακινήτων και υποδομών παραμένει ορθάνοικτή με την αναγκαία επιτυχία να στηρίζεται σε ορισμένες προϋποθέσεις.
Πρώτη πρόκληση, αλλά ικανή και αναγκαία συνθήκη επιτυχίας, είναι η διαμόρφωση ενός συγκροτημένου και ουσιαστικού αναπτυξιακού εθνικού σχεδίου, ενός masterplan, τόσο για την οικονομία, όσο και πιο συγκεκριμένα για την ταυτόχρονη αξιοποίηση των χιλιάδων ακινήτων και υποδομών του Δημοσίου. Ένα αναπτυξιακό σχέδιο αξιοποίησης που θα ενεργοποιεί και θα ενισχύει την ευρύτερη πραγματική οικονομία και κοινωνία, αλλά και το οποίο θα υιοθετήσει ενεργά ο δημόσιος τομέας, κεντρικά και τοπικά, ως διαχειριστής των ακινήτων και των υποδομών, οι πολίτες ευρύτερα, ως πραγματικοί ιδιοκτήτες και βέβαια η ελληνική και διεθνής επενδυτική κοινότητα. Με άξονα την αξιοποίηση των διεθνών ανταγωνιστικών πλεονεκτημάτων της χώρας, τις αναπτυξιακές δυνατότητες και κοινωνικές ανάγκες και ανάγκες κάθε περιφέρειας, δήμου και περιοχής. Με κορμό του Masterplan, την διατήρηση του δημοσίου χαρακτήρα των ακινήτων και υποδομών, και την αποφυγή της πώλησης ακινήτων, ειδικά υψηλών προδιαγραφών, σε μια εποχή χαμηλών τιμών. Με δυναμικό εργαλείο την μακροχρόνια παραχώρηση ή μίσθωση τους, με σκοπό σύγχρονες οργανωμένες αποδοτικές λειτουργικές επενδύσεις όλων των κατηγοριών (κτιριακά, τουρισμός, αθλητισμός, πράσινο, ενεργειακά, υγεία, κοινωνικές ανάγκες, κλπ), άρα και μελλοντικές υπεραξίες, χρηματικές και μη, για το ελληνικό κράτος και ισχυρό κοινωνικό και περιβαλλοντικό αποτύπωμα για τους πολίτες. Με την υλοποίηση, επιτέλους, ενός σύγχρονου προγράμματος μετεγκατάστασης δημοσίων επιχειρήσεων σε δημόσια ακίνητα, με την μείωση της δημόσιας σπατάλης σε ενοίκια. Με τελικό στόχο του Masterplan την ενεργοποίηση της ελληνικής και διεθνούς επενδυτικής κοινότητας και ελληνικής κοινωνίας, τους βασικούς παράγοντες, καταλύτες για το απαιτούμενο επενδυτικό σοκ που χρειάζεται η ανάπτυξη της πραγματικής οικονομίας αλλά και η περιφερειακή και τοπική ανάπτυξη.
Δεύτερη πρόκληση για την επιτυχία αξιοποίησης δημόσιας ακίνητης περιουσίας, παραμένει η φυσιολογική αποκεντρωμένη λειτουργία του κράτους ως στρατηγείο- ρυθμιστής, ως αρωγός της υλοποίησης του αναπτυξιακού σχεδίου, και ως πόλος διασφάλισης του δημοσίου συμφέροντος. Ενδεικτικές πραγματικές μεταρρυθμίσεις είναι η σταδιακή υιοθέτηση ενός απλού φορολογικού συστήματος χαμηλότερων συντελεστών, η βιώσιμη κοινωνικά λύση του θέματος των κόκκινων δανείων, ο δραστικός περιορισμός της γραφειοκρατίας, η καταπολέμηση των εστιών διαφθοράς και του κομματισμού στο κράτος, η δημιουργία μόνιμου πλαισίου κινήτρων για νέες επενδύσεις και η καθολική ενίσχυση του brand name της ελληνικής οικονομίας ως ελκυστικός διεθνής επενδυτικός προορισμός Εν γένει η δημιουργία ενός περιβάλλοντος, σταθερού, γόνιμου και ικανού για την δυναμική ανάπτυξη και επενδύσεις.
Τρίτη πρόκληση η δημιουργία ενός μηχανισμού-δικτύου της Ελληνικής Πολιτείας που θα υλοποιήσει, το νέο συγκροτημένο Masterplan με αποτελεσματικό και διαυγή τρόπο, και μετρήσιμα αποτελέσματα για τους πολίτες και τις τοπικές κοινωνίες. Το Υπέρ-Ταμείο Αξιοποίησης Δημόσιας Περιουσίας δεν είναι η κατάλληλη λύση για την αξιοποίηση χιλιάδων ακινήτων, αφού αυτό το έργο είναι ανέφικτο από ένα συγκεντρωτικό φορέα που λειτουργεί εν κρυπτό, υπό κλειστές πόρτες χωρίς δυνατότητες αυτόνομης αποτελεσματικής υλοποίησης αυτού του δύσκολου έργου. Αντίθετα, πρέπει να δημιουργηθεί ένας διαφανής αποκεντρωμένος μηχανισμός αξιοποίησης με συντονιστή το Υπερταμείο, και σπουδαίο ρόλο για την Τοπική Αυτοδιοίκηση, την Περιφέρεια και Κρατικούς φορείς. Ενώ τέλος η ορθή επιλογή και υποστήριξη, από την ελληνική πολιτεία, των ενδεδειγμένων επενδυτών-μισθωτών , μικρομεσαίων ή μεγάλων, είναι αποφασιστική παράμετρος για την δημιουργία της απαραίτητης υπεραξίας, με διασφάλιση την πρωθύστερη επιτυχημένη πορεία τους με αποδεδειγμένα αποτελέσματα και αξιόπιστα μακροπρόθεσμα επενδυτικά πλάνα.
Εν κατακλείδι η επιτάχυνση της αποτελεσματικής αξιοποίησης δημόσιας περιουσίας είναι ακόμα εφικτή και μπορεί να γίνει καταλυτική για το αναπτυξιακό μέλλον της ελληνικής οικονομίας. Η κοινωνική βούληση υπάρχει, μένει η σαφής, συγκροτημένη, συναινετική και σταθερή πολιτική και διοικητική δράση για να γίνει η αποδοτική αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας πραγματικότητα. Άλλωστε σε κάθε εποχή, και ειδικά σήμερα, και για κάθε ζήτημα, υπάρχουν οι ενδεδειγμένες λύσεις αρκεί οι κυβερνώντες, οι πολίτες και οι επενδυτές να σκέφτονται και ενσωματώνουν με ταχύτητά, αποτελεσματικά, και ρεαλιστικά την κοινή λογική.