Η πρώτη κατοικία «θυσία» στο βωμό της λιτότητας

Δημοσιεύθηκε στην Real News, ένθετο Real Money,12-10-2014

Ανέκαθεν, αλλά κυρίως μετά το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα, το όνειρο ζωής της ελληνικής κοινωνίας ήταν η επένδυση στην ακίνητη περιουσία. Για την πλειοψηφία το όνειρο αυτό είχε μια κύρια έκφραση, την απόκτηση της πρώτης κατοικίας. Για γενιές  νοικοκυριών η στέγαση της οικογενείας αποτέλεσε διαχρονικά ένα κορυφαίο σκοπό. Αυτός είναι ο κύριος λόγος που η Ελλάδα διαθέτει το μεγαλύτερο ποσοστό ιδιοκατοίκησης στο κόσμο, της τάξης του 80%. Αποτέλεσε δίκαια ένα ουσιαστικό κίνητρο ανάπτυξης της οικονομίας και πηγή του 80% των διαχρονικών αποταμιεύσεων των ελληνικών νοικοκυριών.

Οι νέοι ιδιοκτήτες πρώτης κατοικίας αυξήθηκαν σημαντικά την δεκαετία 2000-2010.Η είσοδος στον 21ο αιώνα και στη ζώνη του ευρώ άνοιξε μια περίοδο χαμηλών επιτοκίων και άναρχης πιστωτικής επέκτασης, δίνοντας την ευκαιρία σε πολλά νέα ζευγάρια, νέες οικογένειες, να αποκτήσουν τη πρώτη κατοικία τους. Το μεγάλο μειονέκτημα ήταν η αλόγιστη χρήση των στεγαστικών δανείων, που ναι μεν τότε φάνταζαν εφικτό να αποπληρωθούν, σήμερα όμως έγινε εντελώς ανέφικτο. Οι νέοι όμως ιδιοκτήτες πρώτης κατοικίας ακόμη ξοδεύουν μεγάλο μέρος του οικογενειακού προϋπολογισμού για να αποπληρώσουν κομμάτι του σημαντικού δανεισμού τους.

Όμως η περίοδος του μνημονίου και της πολιτικής της άλογης λιτότητας οδήγησε στην αναθεώρηση πολλών σταθερών του οικονομικού και κοινωνικού μοντέλου στην Ελλάδα. Ένα από τα πολλά «θύματα», εντελώς λανθασμένα, το όνειρο και η επένδυση του Έλληνα για την απόκτηση και διατήρηση της πρώτης κατοικίας. Στην πολιτική λιτότητας  η πρώτη κατοικία μετατρέπεται βίαια σε κύρια πηγή είσπραξής φορολογικών εσόδων και τεκμήριο ενός πλασματικού πλουτισμού. Στις βασικές κυβερνητικές δράσεις και μέτρα προστατεύεται ελάχιστα και ρηχά. Στον ΕΝΦΙΑ δεν λαμβάνεται καθόλου υπόψη. Στα τεκμήρια διαβίωσης επίσης άφαντη κάθε θετική αναφορά. Στους πλειστηριασμούς το όριο αντικειμενικής αξίας προστασίας της πρώτης κατοικίας όλο και χαμηλώνει με πιθανότητα να καταργηθεί. Σε προγράμματα αναβάθμισης όπως το εξοικονόμηση κατ’ οίκον αναφέρεται ανούσια. Μόνο στην μεταβίβαση ακινήτου και στους νόμους ρύθμισης αυθαιρέτων η πρώτη κατοικία δίνει ένα εμφανές πλεονέκτημα.

Αναμφίβολα όμως, η σοβαρότερη σύγχρονη επίπτωση είναι η απαξίωση της, αφού η αχαλίνωτη πολιτική υπερφορολόγησης των ακινήτων και η ραγδαία πτώση της ζήτησης οδήγησε τις αξίες των ακινήτων και συγχρόνως της πρώτης κατοικίας στα «τάρταρα». Η διαχρονική περιουσία εκατομμυρίων οικογενειών μειώθηκε δραματικά. Ας γίνει άμεσα αντιληπτό από την πολιτεία ότι η βιώσιμη ιδιοκτησία της πρώτης κατοικίας είναι το απόλυτα ελάχιστο ζητούμενο για μια κοινωνία αλληλεγγύης και όχι ένδειξη μεγάλης περιουσίας ή ένα οικονομικό βάρος των ιδιοκτητών.

Ένα συγκροτημένο νέο πλαίσιο κινήτρων απόκτησης και διατήρησης της πρώτης κατοικίας πρέπει να περιλαμβάνεται στο νέο αναπτυξιακό πρότυπο της πολιτείας. Μια πολιτική ουσιαστικών κινήτρων που να αφορούν την πρώτη κατοικία όπως η μείωση φόρων ακινήτων, με πρώτο τον ΕΝΦΙΑ, ή ανάλογες εκπτώσεις φόρων για εργασίες ανακαίνισής η τόκων για επισκευαστικά κ’ στεγαστικά δάνεια.

Μάλιστα και η Τοπική Αυτοδιοίκηση οφείλει να λάβει υπόψιν στις μελλοντικές δράσεις την πρώτη κατοικία των δημοτών. Για παράδειγμα μια έκπτωση των δημοτικών τελών και του ΤΑΠ στην επιφάνεια κάθε ακινήτου ή ιδιοκτησίας που αφορά την πρώτη κατοικία (τα πρώτα 70τμ με προσαύξηση για κάθε τέκνο) είναι ένα επιβεβλημένο μέτρο ανάπτυξης και στήριξης της από τις Δημοτικές Αρχές στην χώρα, οι οποίες οφείλουν να προστατεύουν έμπρακτα το ύψιστο δικαίωμα των δημοτών τους, αυτό της ακίνητης περιουσίας και ειδικότερα της πρώτης κατοικίας.

Εν τέλει, η ενίσχυση της αξίας της πρώτης κατοικίας είναι ένα δίκαιο όνειρο και πρωτεύουσα ανάγκη για τα ελληνικά νοικοκυριά. Για αυτό και μπορεί να αποτελέσει κάλλιστα ένα ουσιαστικό κίνητρο για όλους ώστε να αντιληφθούν πραγματικά την όποια ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας. Ας γίνει λοιπόν άμεσα αντιληπτό από αυτούς που διακυβερνούν η θέλουν να διακυβερνήσουν με ουσία, εφαρμόζοντας μια πολιτική πραγματικής βιώσιμης ανάπτυξης.

Μοιραστείτε το: