Δημοσιεύθηκε στην Real News, Real Money σελ16 στις 08-12-2013
Το σοβαρότατο θέμα των τραπεζικών πλειστηριασμών δεν είναι αυθύπαρκτο. Διασυνδέεται πλήρως και αναπόσπαστα με την οικονομική και τραπεζική κρίση. Κατ’ ουσία η λειτουργία του τραπεζικού συστήματος, του ενυπόθηκου δανεισμού, στηρίζεται στην αγορά ακίνητης περιουσίας, αφού τα ακίνητα αποτελούν την εγγύηση για μια σειρά στεγαστικών, επιχειρηματικών ή καταναλωτικών δανείων. Την εποχή της επίπλαστης ευημερίας, μετά την είσοδο της χώρας μας στην ευρωζώνη, η στρατηγική πιστωτικής επέκτασης των τραπεζών κυριεύθηκε από χαλαρούς όρους. Κυρίως στηρίχθηκε σε ποσά δανεισμού έως 80-100% της αξίας του ακινήτου και στην ελλιπή συμβολή του κριτηρίου του εισοδήματος. Την ίδια περίοδο, οι εκτιμήσεις των περισσοτέρων δανείων βασίστηκαν σε υψηλότατες αξίες ακινήτων που δεν υφίσταται σήμερα. Αυτές αποδείχθηκαν δομικές αστοχίες της τραπεζικές πιστωτικής επέκτασης και οδήγησαν στο σημερινό τραγικό σημείο. Σε κάθε περίπτωση η συνυπαιτιότητα των τραπεζών είναι προφανής, χωρίς βέβαια να παραγνωρίζεται η συμβολή του χθεσινού κοινωνικού προτύπου ενός εθιστικού υπερδανεισμού για καταναλωτικές ή επενδυτικές ανάγκες.
Φυσικό επακόλουθο της βαθειάς κρίσης και ύφεσης της ελληνικής οικονομίας είναι η σημαντική άνοδος των δανείων σε καθυστέρηση. Στη στεγαστική πίστη το ποσοστό τους έχει φτάσει σήμερα το 25% όταν το 2008 ήταν περίπου 5% (Τράπεζα Ελλάδος). Λογικό αφού η κατακόρυφη πτώση των εισοδημάτων, η αύξηση της ανεργίας και η φορολογική επιδρομή δεν επιτρέπουν στους δανειολήπτες την ομαλή εξυπηρέτηση των δανείων τους. Ταυτόχρονα η πολυετής ύφεση στην αγορά ακινήτων οδήγησε στην κατακόρυφη μείωση των αξιών τους. Σήμερα τα υποθηκευμένα ακίνητα αξίζουν 40% και πλέον κάτω από την αξία εκτίμησης τους κατά την σύναψη του δανείου. Σε σημείο μάλιστα όπου η αξία πώλησης του ακινήτου να μην επαρκεί για την εξόφληση του υπόλοιπου ποσού του ενυπόθηκου δανείου! Αποτέλεσμα να είναι ασύμφορη η πώληση ή ρευστοποίηση αυτών των ακινήτων τόσο για την τράπεζα, για τους δανειολήπτες αλλά και για την κοινωνία. Μια άρση των πλειστηριασμών έχει υπολογιστεί ότι θα συνεισφέρει σε μια επιπρόσθετη μείωση αξιών των ακινήτων κατά 20%, δηλαδή στην πλήρη κατάρρευση και απαξίωση της λαϊκής ακίνητης περιουσίας!
Είναι σαφές ότι το θέμα των τραπεζικών πλειστηριασμών είναι η κορυφή του παγόβουνου. Η κυβέρνηση οφείλει να προσεγγίσει το ζήτημα με ιδιαίτερη μέριμνα και διττό τρόπο. Για τους δανειολήπτες που έχουν υποθηκεύσει την πρώτη και μοναδική κατοικία τους το ζήτημα αποκτά ανθρωπιστικές διαστάσεις, θέτοντας την προστασία τους ως μοναδική επιλογή. Για τους δανειολήπτες που έχουν υποθηκεύσει ένα άλλο ακίνητο, και ειδικά τους επιχειρηματίες με επενδύσεις που διατηρούν θέσεις εργασίας, πρέπει να δοθούν πολύπλευρες εφικτές δυνατότητες ρύθμισης και αποπληρωμής με δίκαια κριτήρια προστασίας. Ήδη οι τράπεζες έχουν ήδη επιβάλλει υψηλά επιτόκια και έχουν εισπράξει τα πρώτα έτη του δανείου σημαντικά ποσά κυρίως για τόκους. Ενώ και σήμερα τα τραπεζικά στελέχη δηλώνουν ότι προτιμούν την αποπληρωμή του δανείου με χρήματα παρά τούβλα!
Σε τελική ανάλυση είναι απαραίτητη η θεσμική παρέμβαση της πολιτείας για την προστασία του τραπεζικού συστήματος, της κοινωνίας και της ακίνητης περιουσίας από φαινόμενα κερδοσκοπικών κεφαλαίων (distress funds κλπ). Άλλωστε χωρίς την προστασία της ακίνητης περιουσίας από απόλυτα κερδοσκοπικές στοχεύσεις το ντόμινο άμεσης κατάρρευσης των τιμών των ακινήτων είναι το πλέον σοβαρό ενδεχόμενο. Γιατί όχι να μην βρεθεί και μια λύση προσαρμογής ή κουρέματος των υπολοίπων των δανείων, ανάλογη με την πτώση της αξίας των υποθηκευμένων ακινήτων ή της δημιουργίας ενός κρατικού φορέα ή κεφαλαίου διαχείρισης δανείων σε καθυστέρηση? Είμαστε ή δεν είμαστε σε κατάσταση έκτακτων οικονομικών συνθηκών όπως καθημερινά τονίζει η ίδια η κυβέρνηση ή μήπως αυτό ισχύει μονόπλευρα για την επιβολή φόρων και θυσιών του ελληνικού λαού? Αν υπάρχει αμφίπλευρη λογική τότε αυτή προστάζει έκτακτες λύσεις και στο θέμα των πλειστηριασμών.